«ΟΤΕ Η ΑΜΑΡΤΩΛΟΣ ΠΡΟΣΕΦΕΡΕ ΤΟ ΜΥΡΟΝ…»
πρωί 30.4
Μητροπολίτου Αὐλῶνος ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ
Ἡ ἁμαρτωλή γυναίκα, πού κατακλύζει σάν παρουσία καί γεγονός τά τροπάρια τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Τρίτης, «ἡ ἀπεγνωσμένη διά τόν βίον καί ἐπεγνωσμένη διά τάς πράξεις» στό σπίτι τοῦ Σίμωνα, πού ἦταν πρῶτα λεπρός, στή Βηθανία βουβαίνει τούς συνδαιτημόνες καί τούς ἀναγκάζει νά τήν ἀκολουθήσουν σιωπηλοί στήν πράξη της. Τούς αἰχμαλωτίζει, γιά νά τούς ὑψώσει στό μεγαλεῖο τῆς ἀνυπόκριτης ἀγάπης.
Αὐτή ἡ γυναίκα «ἡ δυσώδης (ἡ βρωμερή πνευματικά) καί βεβορβορωμένη (ἡ πνευματικά σάν λάσπη)» πῆγε στό σπίτι τοῦ Σίμωνα τοῦ λεπροῦ τήν ὥρα τοῦ δείπνου, κρατώντας ἀλάβαστρο μέ πολύτιμο μῦρο. Ἀφοῦ ἔσπασε τό πολυτελές αὐτό σκεῦος, ἔπλυνε τά πόδια τοῦ Χριστοῦ μέ μῦρο καί δάκρυα καί, ἀφοῦ ἔλυσε τά μαλλιά της, σφούγγισε μέ αὐτά τά πόδια Του. «Διάλυσον τό χρέος (τίς ἁμαρτίες μου), ὅπως ἐγώ ἔλυσα τά μαλλιά μου καί σφούγγισα μέ αὐτά τά πόδια Σου».
Μονάχα τόν Χριστό δέν ἄγγιξε ἡ ἔκπληξη ἐκείνης τῆς ἐπίσκεψης. Αὐτός τά γνωρίζει ὅλα. Αὐτός γνώριζε ἐκεῖνο πού ἐπρόκειτο νά συμβεῖ. Ἴσως καί ὁ Ἴδιος νά εἶχε σκηνοθετήσει αὐτή τήν πράξη, γιά νά διδάξει τούς Μαθητές τόν τρόπο μέ τόν ὁποῖο θά πρέπει νά ἀγαποῦν τόν Διδάσκαλο!
Ὁ Θεάνθρωπος ἔζησε στό χρόνο ἀπό ἀγάπη γιά τόν ἄνθρωπο. Ἡ ἀνώνυμη αὐτή γυναίκα τῆς Βηθανίας μάκρυνε τή χρονική στιγμή μέ τήν ἀγάπη της γιά τόν Κύριό της Ἰησοῦ Χριστό. Ἄρα δέν εἶναι ἡ ἀξία τοῦ μύρου πού κλείνεται στό ἀλαβάστρινο βαρύτιμο σκεῦος πού θά διαφημίζει τήν πράξη τῆς Βιθανίας, ἀλλά ἡ ἴδια ἡ ἀξία τῆς πράξης.
Ἀλήθεια, γιατί μετανόησε ἡ ἁμαρτωλή αὐτή γυναίκα; Ἡ ἱερή ὑμνολογία πῶς μεταφράζει αὐτή τήν ἀξιοζήλευτη πράξη; «Σέ τόν τῆς Παρθένου Υἱόν, πόρνη ἐπιγνοῦσα Θεόν…». «Τήν σήν αἰσθανομένη Θεότητα» θά πεῖ στό Θεό γιά λογαριασμό αὐτῆς τῆς ἁμαρτωλῆς στό ἀποψινό τροπάριο ἡ Κασσιανή μοναχή πού τό ἔγραψε. Ἡ αἴσθηση ὅτι ὁ Ἰησοῦς ἦταν Θεός εἶναι τό κίνητρο καί τό μέτρο αὐτῆς τῆς μετάνοιας.
Ὅπως ἐμεῖς δέν μποροῦμε νά βροῦμε καί νά μετρήσουμε τήν «ἔκταση» τῆς ἀγάπης τοῦ Κυρίου γιά μᾶς, ἔτσι καί Ἐκεῖνος θά πρέπει νά μή βρίσκει ὄχι μόνον ὑπολογισμούς καί σκιές συμφέροντος στήν ἀγάπη μας, γιά Αὐτόν, ἀλλά, ἐάν εἶναι δυνατό, οὔτε μέτρο ἱκανό νά τή μετρήσει!.. Γιατί ἐκεῖνο τό δοχεῖο τοῦ μύρου, ὄχι ἁπλά συμβολίζει, ἀλλά εἶναι τό μυροδοχεῖο τῆς ἀνθρώπινης καρδιᾶς!..
Ἡ Ἐκκλησία σήμερα δίνει τήν ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν στόν καθένα πού μετανοεῖ εἰλικρινά, γιατί γιά τήν Ἐκκλησία ἡ ἁμαρτία δέν εἶναι νομική ὑπόθεση, ἀλλά ἕνα ὑπαρκτικό γεγονός. Δέν εἶναι ἁπλή παράβαση, ἀλλά ἡ ἔμπρακτη ἄρνηση τοῦ ἀνθρώπου νά εἶναι αὐτό πού «κατά φύσιν» εἶναι, δηλαδή Εἰκόνα καί φανέρωση τοῦ Θεοῦ. Ὁ ἄνθρωπος εἶναι πρόσωπο σέ σχέση καί κοινωνία ἀγάπης μέ τόν προσωπικό Θεό καί τά πρόσωπα τῶν συνανθρώπων του.
Ἡ Ἐκκλησία δέν προβάλλει τήν ἰδέα ἤ τή διδαχή τῆς μετάνοιας, ἀλλά ἕνα συγκεκριμένο πρόσωπο, αὐτό τό συγκλονιστικό μέγεθος ζωῆς πού εἶναι ἡ πόρνη τῆς Βηθανίας. Καί ὅμως! Στήν ὁλοφώτεινη εἰκόνα τῆς ἀγάπης τῆς ἁμαρτωλῆς αὐτῆς γυναίκας ὑπάρχει μιά σκιά. Ἡ διαμαρτυρία τῶν Μαθητῶν καί τοῦ Ἰούδα. Ἡ διαμαρτυρία τῶν Μαθητῶν βρίσκεται στόν σκεπτικισμό τῆς καρδιᾶς τους καί τοῦ Ἰούδα στόν πυθμένα τῆς φιλαργυρίας. Πάντως κανένας ἐκεῖνο τό βράδυ δέν κατάλαβε, ἐκτός ἀπό τόν Κύριο, βέβαια, τό νόημα τῆς προσφορᾶς τῆς πόρνης.
«Ὅτε ἡ ἁμαρτωλός προσέφερε τό μύρον, τότε ὁ Μαθητής συνεφώνει τοῖς παρανόμοις, ἡ μέν ἔχαιρε κενοῦσα τό πολύτιμον, ὁ δέ ἔσπευδε πωλῆσαι τόν ἀτίμητον. Αὕτη τόν δεσπότη ἐπεγίγνωσκεν, οὗτος τοῦ δεσπότου ἐχωρίζετο, αὕτη ἠλευθεροῦτο καί ὁ Ἰούδας δοῦλος ἐγεγόνει τοῦ ἐχθροῦ. Δεινόν ἡ ραθυμία· μεγάλη ἡ μετάνοια! Ἥν μοι δώρησαι Σωτήρ, ὁ παθών ὑπέρ ἡμῶν καί σῶσον ἡμᾶς».