«ΠΡΟΣΚΥΝΩ ΤΟ ΠΑΘΟΣ, ΑΝΥΜΝΩ ΤΗΝ ΤΑΦΗΝ…»
πρωί 29.4
Μητροπολίτου Αὐλῶνος ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ
Ἡ τελευταία ἑβδομάδα τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς στή γλώσσα τῆς Ἐκκλησίας μας ὀνομάζεται Ἁγία καί Μεγάλη καί αὐτό, βέβαια, ὄχι χωρίς λόγο. Γιατί «μεγάλα ἡμῖν γέγονεν ἐν αὐτῇ παρά τοῦ Δεσπότου κατορθώματα» κατά τήν εὔστοχη παρατήρηση τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου. Δηλαδή, μέ ἄλλα λόγια, «τό κεφάλαιον τῶν ἀγαθῶν» τοῦ Θεοῦ πρός τόν ἄνθρωπο ὁλοκληρώθηκε!
Εἶναι πράγματι Μεγάλη ἡ Ἑβδομάδα πού στεφανώνει τή Μεγάλη Τεσσαρακοστή «οὐκ ἐπειδή μεῖζον ἔχουσι μῆκος ἄλλων ἁπασῶν αἱ ταύτης ἡμέραι· καί γάρ εἰσίν ἕτεραι μείζους· οὐδέ ἐπειδή πλείους τόν ἀριθμόν· καί γάρ ἴσαι ταῖς ἄλλαις εἰσίν», ἀλλά ἐπειδή κατ’ αὐτήν τελεῖται ἡ μνήμη μεγάλων γεγονότων ἀπό τά ὁποῖα ὁ ἄνθρωπος πλούσια ἀπεκόμισε τή λύτρωση καί τή σωτηρία.
Ποιά εἶναι τά γεγονότα αὐτά; Τά Σεπτά Πάθη καί ἡ λαμπροφόρος Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ. Μέ αὐτά τά κοσμογονικά γεγονότα «ἡ χρονία τοῦ διαβόλου κατελύθη τυραννίς, ὁ θάνατος ἐσβέσθη, ὁ ἰσχυρός ἐδέθη, τά σκεύη αὐτοῦ διηρπάγη, ἡ ἁμαρτία ἀνῃρέθη, ἡ κατάρα κατελύθη, ὁ παράδεισος ἀνεῴχθη, ὁ οὐρανός βάσιμος γέγονεν, ἄνθρωποι τοῖς ἀγγέλοις ἀνεμίγησαν, τό μεσότοιχον τοῦ φραγμοῦ ἤρθη, τό θριγκίον (τό μέρος ὅπου στηρίζονται τά δοκάρια τῆς στέγης) περιῃρέθη, ὁ τῆς εἰρήνης Θεός εἰρηνοποίησε τά ἄνω καί τά ἐπί τῆς γῆς».
Τά Πάθη, λοιπόν, τά Σεπτά τοῦ Κυρίου μας, ὅπως σαφῶς φαίνεται ἀπό τήν παραπάνω ὑπογράμμιση τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου, δέν εἶναι μιά σφαγή ἤ ἕνας πόνος πού ματώνει μιά κάποια χρονική στιγμή τῆς Ἱστορίας ἤ νοηματίζει ὁρισμένες πτυχές τοῦ ἀνθρώπινου προσώπου, ἀλλά εἶναι Μυστήριο λυτρωτικό ἀπό τό ὁποῖο ξεπήγασε ἡ ζωή γιά τόν ζώντα μέσα στό σκοτάδι τῆς ἁμαρτίας ἄνθρωπο!
Αὐτά τά Σεπτά καί φρικτά μαζί γεγονότα τῆς Μεγάλης Ἑβδομάδας πῶς πρέπει νά τά βιώνει ὁ ἄνθρωπος; Τό ἱερό Εὐαγγέλιο μᾶς πληροφορεῖ πώς μετά τήν ἀνάσταση τοῦ Λαζάρου ὁ Ἰησοῦς Χριστός μπῆκε θριαμβευτικά στά Ἱεροσόλυμα καί πλῆθος λαοῦ Τόν προϋπάντησε, κρατώντας κλάδους φοινίκων. Αὐτό τότε ἦταν μιά συμμετοχή στό θαῦμα τῆς Βηθανίας καί μιά φανέρωση τῆς μεσσιανικότητάς Του.
Γι’ αὐτό καί ἡ «εἴσοδος» ἦταν θριαμβευτική, ὅπως ἀκριβῶς στούς βασιλιάδες πού γυρνοῦσαν νικητές ἀπό τόν πόλεμο. Σήμερα ἡ σπουδή καί ἡ βαθιά μέσα ἀπό τή μυσταγωγία τῶν ἱερῶν Ἀκολουθιῶν βίωση τῶν γεγονότων τοῦ Πάθους καί τῆς Ἀνάστασής Του ἀπό τόν ἄνθρωπο φανερώνει τό μέγεθος τῶν κατορθωμάτων, ὄντας συγχρόνως καί τεκμήριο καί ἀπόδειξη τῆς μεγαλειότητάς των!
Σήμερα, βέβαια, δέ βγαίνουμε ἀπό μιά συγκεκριμένη πόλη (Ἱεροσόλυμα), γιά νά προϋπαντήσουμε τόν Κύριο «ἐρχόμενον ἐπί τό ἑκούσιον Πάθος», ἀλλ’ «ἀπό τῆς οἰκουμένης ἁπάσης μυρίανδροι πάντοθεν Ἐκκλησίαι ἐξέρχονται ἀπαντῶσαι τῷ Ἰησοῦ, οὐ βαΐα φοινίκων κατέχουσαι καί ἐπισείουσαι, ἀλλ’ ἐλεημοσύνην καί φιλανθρωπίαν καί ἀρετήν καί νηστείαν καί δάκρυα καί εὐχάς καί ἀγρυπνίας καί πᾶσαν εὐλάβειαν προσφέρουσαι τῷ Δεσπότῃ Χριστῷ».
Γι’ αὐτό καί ὁ καθένας προσωπικά ὀφείλει νά κάνει αὐτή τήν «ἔξοδο» ἀπό τόν ἑαυτό του καί ἀπό τά γύρω ἀπό τόν ἑαυτό του, ὥστε νά ὁδηγήσει τά βήματά του στή σωτήρια συνάντηση μέ τόν Θεάνθρωπο! Καί ἀντί κλάδους βαΐων νά κρατήσει τῆς ψυχῆς τήν «προαίρεσιν θάλλουσαν». Τά γεγονότα τῆς Μεγάλης Ἑβδομάδας εἶναι, ὄντως, μεγάλα γι’ αὐτό ἀπαιτοῦν καί μεγάλη βιωματική προσήλωση!
Ἡ Ἁγία καί Μεγάλη Ἑβδομάδα γιά τόν ὀρθόδοξο χριστιανό εἶναι ἕνας τρόπος καί ταυτόχρονα καί ἕνας χρόνος ζωῆς μέ ἔντονο χαρακτηριστικό γνώρισμα τό συγκινησιακό στοιχεῖο. Αὐτή ἡ συγκίνηση εἶναι τό πρῶτο βῆμα γιά τή μέ μεγάλη ἐγρήγορση βίωση τῆς χαρμολύπης τοῦ Σταυροῦ καί τῆς Ἀνάστασης. Ὁ καθένας, ὅμως, θά πρέπει νά προβληματισθεῖ μήπως αὐτή του ἡ συγκίνηση κρατάει ὅσο καί ἕνα πυροτέχνημα, μήπως ἡ στάση του πάει νά ἀντιμετρηθεῖ μέ ἐκείνη τοῦ ὄχλου τῶν Ἱεροσολύμων, μήπως ὁ ρόλος του δέν ἔχει νά ζηλέψει τίποτε ἀπό ἐκεῖνον τοῦ προδότη Μαθητή; Σαφῶς ἡ συγκίνηση βοηθάει τόν ἄνθρωπο νά «μπεῖ» στά γεγονότα τῆς Μεγάλης Ἑβδομάδας, ἀλλ’, ὅμως, δέν εἶναι τό πᾶν!
Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος μᾶς πληροφορεί πώς στίς ἡμέρες του τήν ἑβδομάδα αὐτή οἱ ἄρχοντες ἐλευθέρωναν τούς δούλους καί τά δικαστήρια ἔκλειναν τίς πόρτες τους καί δέ δίκαζαν. Ἦταν, ἀσφαλῶς, ἕνα ἔθιμο καί ὄχι ἕνας τρόπος ζωῆς, γιατί τό δεύτερο προϋποθέτει μετάνοια, ἀλλαγή ζωῆς καί αὐτή εἶναι πού δίνει περιεχόμενο στόν ἄνθρωπο, γιά νά γιορτάσει τά γεγονότα ὅπως πρέπει.
Σήμερα οἱ ἄνθρωποι ζοῦμε σέ ἕνα κόσμο ἐσωτερικά διχασμένο, πνευματικά ἀλλοτριωμένο, κάτω ἀπό τό βάρος τῆς τραγωδίας τῆς ἐκκοσμίκευσης καί αὐτά ὅλα δυσχεραίνουν τήν καθώς πρέπει μυσταγωγική βίωση τῶν «Ὡρῶν» τῆς Μεγάλης Ἑβδομάδας. Ὁ κόσμος καί ὁ πολιτισμός μας, γιά νά καλύψει τά κενά του ἴσως, ἔγινε κραυγαλέος καί δέ μπορεῖ νά σιγήσει ἔστω καί γιά λίγο, δείχνοντας σεβασμό μέ τόν τρόπο αὐτό σέ αὐτά πού τελοῦνται τήν Ἑβδομάδα τῶν Παθῶν. Γι’ αὐτό εἶναι ἀδύνατο νά μοιράσει ὁ ἄνθρωπος τή ζωή του ἀνάμεσα στή χαρμολύπη τῆς Μεγάλης Ἑβδομάδας καί στό τελευταῖο σήριαλ τῆς τηλεόρασης!
Ἡ Μεγάλη Ἑβδομάδα εἶναι Ἑβδομάδα ἀναζήτησης τοῦ χαμένου καί διασκορπισμένου ἀνθρώπινου προσώπου! Εἶναι Ἑβδομάδα ἐνδοσκόπησης τοῦ ἀνθρώπου πού εἴτε ἀπό τήν προσωπική εἴτε μέσα ἀπό τήν πολιτισμική του ἀσωτεία ἐπιστρέφει πρός τόν Πατέρα του. Μόνο ἔτσι μπορεῖ νά δώσει νόημα στά λόγια τοῦ ἱεροῦ ὑμνωδοῦ πού μιλᾶνε γιά μιά συμπόρευση καί συσταύρωση μέ τόν Χριστό. Γιατί, ὅταν κανείς δέν ἔχει σχέση μέ τά γεγονότα πού «ζεῖ», φυσικό εἶναι νά τά ζεῖ ἄχρωμα καί χωρίς κανένα οὐσιαστικό ἄγγιγμα, καμμιά «ταυτότητα» ἤ ἐσωτερικό συσχετισμό.
Ὁ τρόπος, μέ τόν ὁποῖο προσεγγίζονται καί βιώνονται τά γεγονότα τῆς σωτηρίας στή γλώσσα τῆς Ἐκκλησίας, ὀνομάζεται ἀσκητικός. Οὔτε λίγο οὔτε πολύ κάτι παραπάνω ἤξεραν ἐκεῖνοι πού, ἐγκαταλείποντας τόν κόσμο καί τά «ἐν τῷ κόσμῳ», «συμπορευόμενοι καί συσταυρούμενοι» μέ τόν Χριστό, τελικά ἄφηναν τόν ἑαυτό τους στά χέρια τοῦ Θεοῦ.
Ἀσφαλῶς ὁ συγκεκριμένος ἄνθρωπος, ἄν καί δέν μπορεῖ νά ἀρνηθεῖ τόν κόσμο γιά ἕνα ὁλοκληρωτικό δόσιμο στόν Κύριο, μπορεῖ, ὅμως, ἀσκητικά ζώντας (πειθαρχία τῆς ἠρεμίας καί σιωπῆς–προσευχή, αἴσθηση τῆς παρουσίας τοῦ ἄλλου– φιλαδελφία, χαρούμενη ἀπάρνηση τοῦ περιττοῦ –ἐλεημοσύνη κ.ἄ.) νά ἀφήσει τόν ἑαυτό του στά χέρια τοῦ Θεοῦ καί νά εἶναι ἕτοιμος γιά ὁποιοδήποτε διάλογο μαζί Του καί κυρίως γιά ΚΟΙΝΩΝΙΑ μαζί Του.
Μέ τόν τρόπο αὐτό θά τιμήσει τά γεγονότα τῆς Μεγάλης Ἑβδομάδας, συμμετέχοντας σέ αὐτά καί θά χαρεῖ τό Ἅγιο Πάσχα, γιατί πρῶτα θά βιώσει προσωπικά τή σταύρωση τοῦ ἑαυτοῦ του ὡς ἀσκητής καί στήν ἐρημία τῶν πόλεων καί μετά θά τραγουδήσει τόν ὕμνο τῆς χαρμολύπης: «Προσκυνῶ τό Πάθος, ἀνυμνῶ τήν Ταφήν, μεγαλύνων Σου τό κράτος, Φιλάνθρωπε, δι’ ὧν λέλυμαι παθῶν φθοροποιῶν».